(Βρέθηκαν: 930 Αποτελέσματα)
Λέξη | Συνώνυμα |
Αντώνυμα |
αναθεωρώ | ξανακοιτάζω επανεξετάζω ελέγχω αλλάζω μεταβάλλω τροποποιώ |
διατηρώ κρατάωκάτιάθικτο |
αναιρώ | αρνούμαι ακυρώνω αθετώ παραβιάζω υπαναχωρώ |
επιβεβαιώνω θεμελιώνω |
αναλώνω | ξοδεύω δαπανώ διαθέτω προσφέρω αφιερώνω εξαντλώ |
κρατώ συντηρώ φυλάω εξοικονομώ φείδομαι υπολογίζω |
αναμφισβήτητος | αναντίρρητος αναμφίβολος αναμφίλεκτος αδιαμφισβήτητος |
αμφισβητούμενος αμφισβητήσιμος αμφιλεγόμενος |
αναντίρρητος | αναμφισβήτητος αδιαφιλονίκητος αναντίλεκτος αναμφίβολος |
αμφισβητούμενος αμφιλεγόμενος αμφίβολος |
αναπληρώνω | αντικαθιστώ υποκαθιστώ καλύπτω συμπληρώνω βοηθώ |
διατηρώ κρατάω χάνω |
αναπόληση | νοσταλγία αναθύμηση ονειροπόληση ανάμνηση |
|
αναπόσπαστος | αχώριστος φυσικός εγγενής δομικός θεμελιώδης αξεκόλλητος |
αποσπάσιμος διαχωρίσιμος επίκτητος τεχνητός πρόσθετος συμπληρωματικός απαλλοτριώσιμος συνδεδεμένος |
αναπόφευκτος | αναπόδραστος μοιραίος αναγκαίος αναγκαστικός υποχρεωτικός |
αποτρέψιμος αναστρέψιμος αβέβαιος προαιρετικός |
ανάπτυξη | εξάπλωση επέκταση αύξηση ξετύλιγμα ξεδίπλωμα |
σύμπτυξη συμπύκνωση ελάττωμα μαρασμός |
×