(Βρέθηκαν: 930 Αποτελέσματα)
Λέξη | Συνώνυμα |
Αντώνυμα |
ακμάζω | ευημερώ αναπτύσσομαι |
παρακμάζω |
ακόρεστος | άπληστος λαίμαργος αδηφάγος |
κορεσμένος εγκρατής ολιγαρκής συντηρητικός |
ακούσιος | αθέλητος αυτόματος άθελος |
εκούσιος θελημένος |
ακράδαντος | ακλόνητος αδιάσειστος ατράνταχτος σταθερός |
ασταθής αμφίβολος αβέβαιος εύσειστος |
ακυρώνω | καταργώ καταλύω αναιρώ ανακαλώ ματαιώνω μηδενίζω αποδυναμώνω |
θεσπίζω εφαρμόζω επικυρώνω επιβεβαιώνω διατηρώ δυναμώνω τηρώ |
αλάνθαστος | αλάθευτος αλάθητος σωστός ακριβής |
λανθασμένος εσφαλμένος σφαλερός |
αλλαγή | μετατροπή αλλοίωση διαφοροποίηση μεταλλαγή μετάπλαση μεταποίηση τροποποίηση μετασχηματισμός |
στασιμότητα σταθερότητα |
αλλοίωση | μεταβολή μετατροπή τροποποίηση νόθευση παραποίηση παραχάραξη |
|
αλλοτρίωση | αποξένωση απώλεια αποστέρηση εκποίηση |
αυθεντικότητα κυριαρχία κυριότητα |
αλόγιστος | παράλογος ασυλλόγιστος απερίσκεπτος αστόχαστος |
λογικός συνετός μετρημένος γνωστικός |
×