Περικλέους Επιτάφιος
Ο Επιτάφιος λόγος του Περικλή, όπως καταγράφεται από τον Θουκυδίδη, εκφωνήθηκε για να τιμήσει τους Αθηναίους που έπεσαν κατά το πρώτο έτος του Πελοποννησιακού Πολέμου (431 π.Χ.).
Ο Περικλής, στο προοίμιο του Επιταφίου λόγου, επιχειρεί να κερδίσει την εύνοια του ακροατηρίου και να υπογραμμίσει τη δυσκολία του να αποδώσει λόγια αντάξια των ηρωικών πράξεων των πεσόντων.
Αυτό το φύλλο εργασίας επικεντρώνεται στην ανάλυση του κεφαλαίου 35 του Επιταφίου λόγου του Περικλή, εξετάζοντας την προσωπικότητά του, τη στάση του απέναντι στον ρητορικό λόγο και τον πιθανό διαχωρισμό του ακροατηρίου.
Το κεφάλαιο 36 του Επιταφίου λόγου του Περικλή εξετάζει το εγκώμιο των προγόνων, των πατέρων και της σύγχρονης γενιάς, αναδεικνύοντας την εξέλιξη και τη συμβολή κάθε γενιάς στην Αθηναϊκή ιστορία.
Αυτό το φύλλο εργασίας εξετάζει το κεφάλαιο 36 του Επιταφίου λόγου του Περικλή, εστιάζοντας στον έπαινο των προγόνων, των πατέρων και της γενιάς του Περικλή, καθώς και στις αποκλίσεις και συγκλίσεις του λόγου σε σχέση με την τυπική δομή των επιταφίων λόγων.
Το κεφάλαιο 37 του Επιταφίου λόγου του Περικλή αποτελεί έναν έπαινο της αθηναϊκής πολιτείας και των τρόπων ζωής των Αθηναίων, παρουσιάζοντας την αθηναϊκή δημοκρατία ως πρότυπο και εξετάζοντας τις θεμελιώδεις αρχές της ελευθερίας, της ισονομίας και της αξιοκρατίας.
Ακολουθεί το αρχαίο κείμενο και η μετάφρασή του από το Κεφάλαιο 37, που πραγματεύεται τη δημοκρατία στην αρχαία Αθήνα.
Αυτό το φύλλο εργασίας εστιάζει στα χαρακτηριστικά του αθηναϊκού πολιτεύματος όπως παρουσιάζονται στο κεφάλαιο 37 του Επιταφίου λόγου του Περικλή. Οι μαθητές καλούνται να εξετάσουν την έννοια της ελευθερίας, της αρετής και τις αντιθέσεις που διαμορφώνουν την ιδανική εικόνα της αθηναϊκής δημοκρατίας.
Στο κεφάλαιο 38, η Αθήνα παρουσιάζεται ως ευημερούσα πόλη που προσφέρει στους πολίτες της υλικές και πνευματικές απολαύσεις, διασφαλίζοντας την ευζωία και την ελευθερία τους. Η Αθήνα συνδυάζει με μοναδικό τρόπο την άνετη διαβίωση με το υψηλό πολεμικό φρόνημα.
Ακολουθεί το αρχαίο κείμενο και η μετάφρασή του από το Κεφάλαιο 38, που εστιάζει στις κοινωνικές και πολιτιστικές συνήθειες της αρχαίας Αθήνας.
Το φύλλο εργασίας για το Κεφ. 38 εστιάζει στις πνευματικές και υλικές απολαύσεις της αθηναϊκής ζωής, την έννοια της αυτάρκειας και την πολυδιάστατη φύση της πόλης.
Στο κεφάλαιο 39 του Επιταφίου λόγου, ο Περικλής συγκρίνει τη στρατιωτική δύναμη και την αγωγή της Αθήνας και της Σπάρτης, αναδεικνύοντας την ανωτερότητα των Αθηναίων μέσα από την ευψυχία και την εσωτερική τους ορμή, σε αντίθεση με την αυστηρή και καταναγκαστική στρατιωτική πειθαρχία των Σπαρτιατών.
Στο Φύλλο Εργασίας του Κεφαλαίου 39, εξετάζονται οι διαφορές μεταξύ Αθηναίων και Σπαρτιατών στον τομέα της πολεμικής προετοιμασίας, της εκπαίδευσης και της στρατιωτικής τους στρατηγικής. Μέσα από συγκριτικές ερωτήσεις, οι μαθητές καλούνται να αναλύσουν τη ρητορική του Περικλή και να κατανοήσουν τις βαθύτερες αντιθέσεις που αναδεικνύει ο λόγος του, σχετικά με την ανωτερότητα της Αθήνας στον στρατιωτικό τομέα.
Στο κεφάλαιο 40, αναλύεται ο αθηναϊκός χαρακτήρας, παρουσιάζοντας τα βασικά γνωρίσματα της ψυχικής και πνευματικής ιδιοσυστασίας του Αθηναίου πολίτη. Το κείμενο αναδεικνύει τη μοναδική σύνθεση αντιθετικών στοιχείων, όπως η αγάπη για το ωραίο και τη σοφία, χωρίς ωστόσο να οδηγείται σε υπερβολές ή μαλθακότητα. Μέσα από αυτή τη σύνθεση, ο Περικλής προβάλλει την υπεροχή των Αθηναίων, συγκρίνοντάς τους με τους Σπαρτιάτες και αναδεικνύοντας τις διαφορές στον τρόπο ζωής και σκέψης. Το κείμενο είναι πλούσιο σε αντιθέσεις, οι οποίες συνθέτουν την ακεραίωση του Αθηναίου πολίτη, προβάλλοντάς τον ως το πρότυπο του ολοκληρωμένου ανθρώπου.
Στο κεφάλαιο 41, ο Περικλής ολοκληρώνει τον έπαινο της αθηναϊκής δύναμης, συνοψίζοντας τα προηγούμενα κεφάλαια και προβάλλοντας την Αθήνα ως το πρότυπο πόλης για όλη την Ελλάδα. Ο ρήτορας, μέσα από λογικά και συναισθηματικά επιχειρήματα, προσπαθεί να εξυψώσει το φρόνημα των Αθηναίων, ενισχύοντας την αίσθηση ευθύνης και χρέους απέναντι στην πόλη τους. Το κεφάλαιο αυτό αποτελεί έναν ύμνο στην αθηναϊκή πόλη και τον πολίτη, αναδεικνύοντας την παιδευτική αξία της πόλης και τη μοναδικότητά της στην ελληνική ιστορία.